- Πιμπληις
- Πιμπληΐς-ΐδος ἥ обитательница горы Πίμπλεια (в Пиерии), т.е. Муза Anth.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
PIMPLEA — Graece Πιμπληΐς, apud Apollonium Rhodium, ubi de Orpheo. Τὸν ῥά ποτ᾿ αὐτὴ Καλλιόπη Θρήϊκι φατίζεται ἐυνηθ εῖςα Οἰάγρῳ ςκοπιῆς Πιμπληΐδος ἄγχι τεκέςθαι. quem quondam ipsa Calliopa Thraci fertur congressa Oeagro prope speculam Pimpleam peperisse,… … Hofmann J. Lexicon universale
Πιμπληϊάς — άδος και Πιμπληΐς, ίδος, ή, Α αυτή που ανήκει στην Πίμπλεια ή κατοικεί σ αυτήν («Πιμπληϊὰς κούρη»). [ΕΤΥΜΟΛ. < Πίμπλεια / Πίμπλα, μακεδόνική πόλη στην Πιερία, λατρευτικό κέντρο τών Μουσών + επίθημα άς / ίς] … Dictionary of Greek